ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ Α.Ο. - Ο αγώνας !!!!
  ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
  ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ (μαύρα μαντάτα)
  ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
  ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΣΗ
  ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ
  ΓΚΟΟΟΛ!!!!
  ΔΕΙΚΤΕΣ
  ΔΙΑΙΤΗΤΕΣ
  ΔΥΝΑΜΗ ΣΩΜ.(νέο!!)
  ΕΙΔ.ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ(νέο)
  ΕΠΑΦΗ
  Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ
  ΚΙΤΡΙΝΕΣ
  ΚΟΚΚΙΝΕΣ
  Ο αγώνας !!!!
  ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ(νέο!!!)
  ΠΑΝΟΡΑΜΑ
  ΠΕΝΑΛΤΥ
  ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ (ΝΕΟ)
  ΠΡΟΠΑΙΔΙΚΟ
  ΠΡΟ-JUNIOR
  ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ
  ΤΖΟΥΝΙΟΡ
  ΥΠΟΔΟΜΕΣ
  ΦΥΛΛΑ ΑΓΩΝΑ
  ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ(νέο!)
  Ψηφοφορίες
  U20(NEO)
  ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ(νέο)Α-Λ
  Προπονητές (νέο)
  ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ

 

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ – ΒΑΛΤΑ (1956)

 

  Με φορτηγό ήρθε και η ποδοσφαιρική ομάδα τής Βάλτας για να παίξει με τη δική μας. Πρέπει να ’τανε τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτέμβρη. Κάπου ανάμεσα στους δυο τρύγους, της σταφίδας και του αμπελιού. Θα ήταν ο πρώτος επίσημος ποδοσφαιρικός αγώνας που θα βλέπαμε. Ίσως να ήταν και ο πρώτος αγώνας με ομάδα άλλου χωριού μετά την απελευθέρωση. Γήπεδο όμως δεν υπήρχε. Μόνο κάποιες αλάνες για μονότερμα και αυτές γεμάτες γκάβαλα και κακαράντζες, γιατί στα δέντρα που είχανε μέσα έδεναν οι γειτόνοι τα γαϊδούρια τους και τις γίδες.

  Πολλές φορές μάλιστα έβλεπες τα ζώα να συμπλέκονται έντρομα με τους παίκτες και όχι τόσο όταν παίζαμε εμείς με το τόπι, όσο όταν έπαιζαν οι μεγάλοι με εκείνη τη βαριά πέτσινη μπάλα με τη σαμπρέλα, η οποία με τα χτυπήματα και τις αναπηδήσεις έβγαζε ένα γδούπο μπουπ… μπουπ… και τα ξεσήκωνε. Έτσι, επιλέχτηκε ένα χωράφι από θερισμένο σιτάρι κάπου στην άκρη του χωριού. Την παραμονή το απόγιομα μετατράπηκε σε αγωνιστικό χώρο. Παίκτες και εθελοντές δούλεψαν σκληρά με προσωπική εργασία.

  Έβαλαν φωτιές στις καλαμιές και έχωναν τα αυλάκια με τις αξίνες. Την ίδια ώρα εμείς είχαμε στήσει ένα ξέφρενο πανηγύρι, χοροπηδώντας μέσα στα χώματα και στους καπνούς, που τους σπαθίζανε εφορμώντας τα χελιδόνια και οι μυγολόγοι. Η χαρά μας ήταν μεγάλη, γιατί θα βλέπαμε αγώνα κανονικό με ξένη ομάδα και διαιτητή. Το γήπεδο ετοιμάστηκε στο περίπου από πλευράς διαστάσεων, χωρίς διαχωριστικές γραμμές και με κάτι αυτοσχέδια γκολπόστ από μαδέρια.

  Την άλλη μέρα από νωρίς, μέσα στο κυριακάτικο απομεσήμερο, βγήκαμε στ’ αγνάντιο και περιμέναμε. Εμφανίστηκαν με ένα κοψομούρικο πράσινο Hannomac τυλιγμένοι από ένα πηχτό σύννεφο σκόνης. Ήταν όρθιοι πάνω στην ξέσκεπη καρότσα και ένας κρατούσε στη μασχάλη του μια μπάλα.

  Τους χυθήκαμε από πίσω ουρλιάζοντας και χειρονομώντας ότι θα τους σκίσουμε και όταν σταμάτησε το φορτηγό και πήδηξαν κάτω, τους πλησιάσαμε γεμάτοι περιέργεια. Ήταν κάτι φοβισμένα αγροτόπαιδα. Υπήρχαν και καμιά δεκαριά οπαδοί. Οι παίκτες ξεχώριζαν από τη στολή τους. Πίσω από το παχύ στρώμα σκόνης μπορούσαμε να διακρίνουμε το αθλητικό φανελάκι με τις τιράντες και το χειροποίητο σωβρακάκι με το χοντρό λάστιχο.

 

Δε φορούσαν ποδοσφαιρικά παπούτσια αλλά πάνινες ελβιέλες, ενώ σε κάποιων τους ώμους διακρίνονταν καθαρά τα πληγιασμένα σημάδια από το κοφίνι του τρύγου. Κάπως έτσι βέβαια ήταν και οι δικοί μας. Μόνο που μερικοί φορούσαν χοντρές κάλτσες ίσαμε το γόνατο και κανονικά ποδοσφαιρικά παπούτσια. Αυτά τα δερμάτινα με τις σχάρες και τα φαρδιά κορδόνια — σαν το φιτίλι τής λάμπας — που τα λέγαμε φακαρόλες. Ένας από αυτούς ήταν ο γιγαντόσωμος σέντερ μπακ, ο Λάκης ο Γκούμας. Άλλος ένας ήταν ο τερματοφύλακας, ο Ζηράκος που, πράγμα απίστευτο για εκείνα τα χρόνια, φορούσε και επιγονατίδες ! 

  Ίδιες και απαράλλαχτες με αυτές του Μανταλώζη, του τερματοφύλακα της Εθνικής Ελλάδος, όπως τις βλέπαμε στις φωτογραφίες που μας τύχαιναν με τις τσίχλες.

  Στους θεατές ήμασταν όλη η μαρίδα του χωριού αλλά και αρκετοί μεγάλοι, αυτοί που τα κυριακάτικα απογεύματα απαρτίζανε το ακροατήριο των ποδοσφαιρικών αναμεταδόσεων κάτω από το κρεμασμένο μεγάφωνο της Φίλιπς στο «Ζυθοζαχαροπλαστείον Αστόρια», όπου συχνά εκτυλίσσονταν και σκηνές βίας μεταξύ Ολυμπιακών και Παναθηναϊκών. Τους βλέπαμε να βρίζονται άγρια, να βλαστημάνε και να σηκώνουν καρέκλες. Από το ίδιο μεγάφωνο μεταδίδονταν και τα εκλογικά αποτελέσματα.

   Το βράδυ των εκλογών το κρεμούσαν έξω από το μαγαζί και από κάτω συνωστιζόταν ένα πλήθος από άντρες που αδημονούσαν, κάπνιζαν αρειμανίως και σήκωναν ψηλά το κεφάλι για να ακούνε καλύτερα. Ανακατεμένοι και εμείς μαζί τους, περιεργαζόμασταν τις αντιδράσεις τους και ακούγαμε τα σχόλιά τους. Τα πρώτα « έλαβον » που θυμάμαι είναι από τις εκλογές του ’61. Στην αρχή έλεγε τα μικρά χωριά και όλο γελούσαν οι Ερετζήδες με τη νίλα της ΕΔΑ. Πιο πολύ τους ξετρέλαινε εκείνο το « είς », η μία δηλαδή ψήφος. Έλεγε π.χ. το μεγάφωνο : «… έλαβον ΕΡΕ : εξήκοντα, Ένωσις Κέντρου: είκοσι, ΕΔΑ: είς και καρ… καρ… τα γέλια από κάτω. Γέλια όμως που κόπαζαν μόλις άρχιζε να λέει τις μεγάλες πόλεις και μετατρέπονταν σε μουγκρητά και γαμω-σταυρίδια μόλις έπιανε την Καισαριανή, το Βόλο και τον Πειραιά. 

 Ο αγώνας, όχι ο εκλογικός, μας είχε συναρπάσει. Τρώγαμε τα νύχια μας από την αγωνία. Οι παίκτες, καταλερωμένοι από τον μπουχό και μαυρισμένοι από τα κάψαλα των καλαμιών, έδιναν τα πάντα για το χωριό τους. Δεν μπορούμε να πούμε για τη φανέλα, όπως απαιτεί η ποδοσφαιρική ορολογία, γιατί φανέλα τέτοια δεν υπήρχε και όλα ήταν ομοιόμορφα. Οι πάσες δίνονταν με το αλάθητο κριτήριο της φωνής, φώναζε δηλαδή ο συμπαίκτης για να του στείλουν την μπάλα.

 

Ένα στοιχείο που προσέδιδε μεγαλοπρέπεια στο παιχνίδι ήταν η ύπαρξη διαιτητή, κάτι που βλέπαμε για πρώτη φορά. Ήταν κάποιος συχωριανός μας με τα κανονικά του ρούχα, αλλά με μια ωραία μεταλλική σφυρίχτρα που τη ζηλεύαμε. Δυστυχώς όμως ο άνθρωπος δεν μπόρεσε να κρατήσει τα προσχήματα της αντικειμενικότητας. 

  Και δε μιλάω βέβαια για τη φάση με το γουρούνι, τότε που σφύριξε και σταμάτησε το παιχνίδι, ενώ ένας Βαλταίος έβγαινε μόνος του με τον Ζηράκο, γιατί στην απέναντι πλευρά ένα γουρούνι σέρνοντας πίσω την αλυσίδα με το παλούκι, με σηκωμένα τ’ αυτιά, με βλέμμα βλοσυρό και περίεργο, είχε ορμήσει με γρυλισμούς μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Απόφαση δίκαιη και σύμφωνη με τους κανονισμούς, που άδικα εξόργισε τους αντιπάλους.

  Άλλο που αν κοιτάξουμε τα πράγματα με τα σημερινά ισχύοντα περί διαιτησίας, δικαιώνονται ίσως οι Βαλταίοι, μιας και το γουρούνι εκείνη τη στιγμή δεν επηρέαζε καθόλου την εξέλιξη της φάσης ! Μιλώ, βέβαια, για κείνο το ανύπαρκτο πέναλτι που μας έδωσε στο 90΄ ! Όχι ότι δεν έγινε ανατροπή, αλλά ότι οι νοητές γραμμές της μεγάλης περιοχής, αφού πραγματικές δεν υπήρχαν, τραβήχτηκαν πολύ προς τη σέντρα, για να συμπεριλάβουν την εν λόγω φάση !

  Στην αρχή οι φιλοξενούμενοι αντέδρασαν, αλλά τελικά υποχώρησαν, ιδίως μάλιστα μετά από κάποιες απειλές τής « κερκίδας » ! Στήθηκε η μπάλα στα έντεκα βήματα και ο Γκούμας, με φόρα από τη σέντρα, εξαπόλυε έναν κεραυνό, την ίδια στιγμή που ο τερματοφύλακας, ένα αδύνατο παιδάκι, έσκυβε και κάλυπτε τα μούτρα του με τα χέρια ! Πέρασε η μπάλα από πάνω του και μη βρίσκοντας δίχτυα να τα ξετινάξει, ξετίναζε τις παραδίπλα κουμαριές ! Χαρές και πανηγύρια εμείς, κάναμε τούμπες μέσα στα χώματα !Με το σφύριγμα της λήξης και με τις χούφτες γεμάτες πέτρες, τρέξαμε και στήσαμε καρτέρι στην πρώτη στροφή. Όταν φάνηκε το Hannomac, αρχίσαμε να πετροβολάμε αλύπητα τους ηττημένους, που γονατισμένοι μέσα στο κασόνι, πιάνανε το κεφάλι τους για να γλιτώσουν από το κατευόδιό μας. Η ρεβάνς δε δόθηκε ποτέ και δε θυμάμαι αν αυτό έγινε για λόγους αποφυγής κάποιας βεντέτας ή για το ότι η Βάλτα είναι λίγο γερτή και δε βρέθηκε οριζόντιο χωράφι.

 

Από το βιβλίο «ΤΑ ΦΟΡΤΗΓΑ και άλλες ιστορίες», από τις εκδόσεις "ΑΠΟΠΕΙΡΑ''

 

του Πυργιώτη συγγραφέα , Δημ. Κουκουλά

Σήμερα έγινε ήδη 18 visitors (29 hits) Εδώ!
This website was created for free with Own-Free-Website.com. Would you also like to have your own website?
Sign up for free